Monday, April 15, 2024

Πόσο μεγάλο κενό αφήνουν οι άνθρωποι που αγαπήσαμε όταν φεύγουν!

Το 1962, όταν η μητέρα μου Μαρία Αγγελετάκη -Παριανή στη καταγωγή- προσλήφθηκε στη Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων, επιμελητές Αρχαιοτήτων ήταν η Φωτεινή και ο Χρήστος Ντούμας, με Έφορο το Νίκο Ζαφειρόπουλο. Η έδρα της Εφορείας ήταν τότε στη Μύκονο, στο Αρχαιολογικό Μουσείο. Η υπαλληλική σχέση μετατράπηκε γρήγορα σε σχέση οικογενειακή. Το 1965 η Φωτεινή με βάφτισε στη Μύκονο. Οι Ζαφειρόπουλοι μπήκαν στη ζωή μας και απέκτησαν μια ιδιαίτερη θέση στην καρδιά μου μια και δεν απέκτησαν παιδιά οι ίδιοι.
Στη αυλή, στο εσωτερικό περιστύλιο του Αρχαιολογικού Μουσείου Μυκόνου και στη βιβλιοθήκη, με τους Ζαφειρόπουλους και αργότερα και με τον Ντινο το Τσάκο, πέρασαμε μια ολόκληρη ζωή, με όσα μια ζωή πολυ να συμπεριλάβει σε ενα τοπίο τότε μαγικό των όμορφων κυκλαδων πριν τη λαίλαπα του τουρισμού. Η υπηρεσία απαιτούσε τότε να οργώνουν οι αρχαιολογοι το Αιγαιο για τα υπηρεσιακά τους καθήκοντα. Ετσι και γω από παιδί κια μετά σαν φοιτήτρια, συχνά τους ακολουθούσα και η αρχαιολογία έγινε για μένα βίωμα ζωής και ταξίδι αναμνήσεων στο Αιγαίο. Η μητέρα μου έφυγε καποια χρόνια από την Υπηρεσία για να βοηθήσει στις οικογενειακές επιχειρησεις αλλά επέστρεψε κάποια χρόνια αργοτερα στην ΚΑ εφορεία, σαν υπαλληλος όταν αυτή μεταφερθηκε στη Αθήνα οπου σπουδαζαν και τα τρια της πιά παιδιά δουλεύοντας στο Μουσείο στην αρχή σαν γραμματέας, με μας να κανουμε τα πρώτα βήματα μας στο κήπο. Η μυρωδιά των βιβλίων είναι για μένα παιδική ανάμνηση, κατεληξε να με ακολουθεί και στη αρχαιολογική βιβλιοθήκη με τις ειδικές συλλογές οπου εργάζομαι ακόμα και σήμερα στο Πανεπιστήμιο του Τρονχαιμ όπου ζω με την οικογένεια μου. Η ίδια μυρωδιά μιά ολόκληρη ζωή. Στον ίδιο κήπο του αρχαιολογικού μουσείου Μυκόνου, έπαιρνε και τα εγγόνια της αργότερα η μητέρα μου μετά το σχολέιο, πριν πάρει η ίδια σύνταξη, την εποχή ειχε αναλάβει να πληρώνει τους μισθούς όλων το φυλάκων της ΚΑ Εφορίας, η όταν βοηθούσε με την καταγραφή των σφραγίσματων από τη Δηλο τον Νίκο Σταμπολίδη αρχαιολόγο τότε στην Εφορία, ετσι γιατί της άρεσε να κανει και τέτοιες δουλείες. Πού να φανταζόμουν ότι οι δυο αυτές γυναίκες, η μητέρα μου και η πνευματική μου μητέρα, 60 χρόνια αργότερα θα έφευγαν από τη ζωή μεσα σε λίγες μέρες, αφήνοντας πίσω τους ένα πραγματικά μεγάλο κενό. Και πώς να περιγράψει κανείς μια ολόκληρη ζωή σε λίγες λέξεις; Η Μαρία η μάνα μας, μια καρδιά γεμάτη αγάπη, μια μάνα αυτοθυσία για την οικογενεια της σεμνή και συνεσταλμένη σκυμμενη πανω απο το λογιστικό της μηχάνημα μια εννοια είχε να προλάβει να πληρώσει όλους στην ώρα τους.Εφυγε 14 Μαρτίου τους 2024. Η Φωτεινή της καρδιάς μας ήταν ένα κορίτσι «ανεμοστρόβιλος», όπως μου είπε ένας συγγενής της από την οικογένεια του Κωνσταντινουπολίτη πατέρα της. Ανεμοστρόβιλος χαράς και αισιοδοξίας. Η νονά έφυγε 5 Απριλίου. Η μητέρα μου είχε τελειώσει το σχολαρχείο στη Σύρο και ήταν το πέμπτο παιδί μιας εξαμελούς οικογενειας με καταγωγή απο Πάρο. Δύσκολα τα χρόνια μετά τον πόλεμο όταν μετακόμισαν στη Σύρο, εκείνη ήταν το χαιδεμένο κορίτσι και ήθελε να σπουδάσει, αλλα η οικογένεια της δεν είχε την οικονομική δυνατότητα να τη στηρίξει σε αυτό. Οταν γνώρισε κια παντρεύτηκε τον Μυκονιάτη πατέρα μου μετακόμισε στη Μύκονο και την προσέλαβε ο Εφορος τότε Νίκος Ζαφειρόπουλος. Η συγκυρία να έχει για προιστάμενο το Ζαφειρόπουλο άνθρωπο σεμνό κια με βαθιε γνώσεις σε πολλούς τομείς ήταν για κέινη μια μαθητεία ζωής αλλά και τυχη μεγάλη οπως έλεγε πάντα, γιατι υπήρχε μεεταξυ τους μια βαθιά εκτίμηση. Ο νονός μου άνθρωπος συνεσταλμένος της εδωσε την δυνατότητα να μάθει ιστορία και αρχαιολογία και να έχει προσβαση σε αυτό που αγαπύσε, τα βιβλία. Η βιβλιοθήκη του Μουσέιου ήταν το Πανεπιστήμιο που δεν πήγε και δεν σταματησε ποτέ να μελετάει ακολουθωντας το παραδειγμα του προισταμένου της. Η νονά μου από την άλλη, μοναχοπαίδι μιας οικογένειας που ο πατέρας της είχε 16 αδέλφια είχε ζήσει τον πόλεμο τη πείνα σα παιδάκι και μετα τον εμφύλιο με το σπίτι τους στη Νεα Φιλαδέλφεια να το επιτάσσουν πρώτα οι Ιταλοί μετα οι Γερμανοι και μετά ο ΕΑΜ ΕΛΑΣ. Πάντα διηγιόταν την αίσθηση της πείνας που ένιωθε εκείνα τα δύσκολα χρόνια που την είχε ανγκασει να τολμήσει να μπει βραδυ στην αποθήκη των Γερμναών να κλεψει λίγο αλεύρι. Ισως τότε, κατάλαβε βαθία μέσα της ότι η ζωή μετά απο ένα τέτοιο πόλεμο πρέπει να έχει μόνο χαρά. Εκείνη σπουδασε πρώτα στο Γαλλικό Ινστιτούτο όπου δούλευε διδάσκοντας κάποια χρόνια, μετά στη Σχολή Ξεναγών και μετά αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Έφυγε για τις Κυκλαδες πρωτη φορά σαν φοιτητρια στην Τήνο το 60 με 61, όπου οι ντόπιοι κατάλαβαν προς μεγάλη της έκπληξη ότι ήταν αρχαιολόγος μόλις έφτασε στο χωριό, γιατι φορούσε "παντελόνι" κάτι σπάνιο για τις γυναίκες τότε. Όταν αργ΄τερα ξεκίνησε σαν επιμελήτρια στη Εφορεια γνώρισε τη Μαρία και μοιραζόντουσαν οχι μόνο τον εργασιακό τους χώρο αλλα και τα μυστικα της ζωής μεσα απο μια βαθια φιλία. Στα 11 μου με έστειλε η μητέρα μου να μείνω μαζί τους στους Δελφούς που τους είχε στείλει τότε επί Χούντας ο Μαρινάτος και τοήταν το ταξίδι αυτό για μένα σαν ενα υπέροχο όνειρο ντυμένο απο τους μυθους που μου διηγιόταν η νονα για τον Φοίβο, θεό Απόλλωνα. Είχα παρει τότε και την πρώτη μου φωτογραφική κάμερα και ανέβαινα στο χώρο απο το Μουσείο όπου μέναμε να βγάλω φωτογραφίες. Ακόμα θυμάμαι το φεγγάρι στο αρχαίο θέατρο τα βράδια που ανεβαιναμε μαζί να ακούσουμε κλασσική μουσική, απο ένα παλιό κασσετόφωνο, την πυρα του Ηρακλή στην Οίτη που την ακολο΄υθησα στις υπηρεσιακές της επισκέψεις, στην αυτοψια στο Καλλιο, τις εκδρομές για τη θάλασσα στο Γαλαξειδι. Τότε αποφάσισα ότι θα σπουδάσω αρχαιολογία, και που να το ξερα ότι θα γινόμουν και γω αργότερα ξεναγός γιατί οι δουλείες για τους αρχαιολόγους ποτέ δεν περίσσευαν. Στα 15 μου στη Δήλο ενα βράδυ κοίταξα τον ουρανό και ένιωσα το απέραντο του συμπαντος. Όταν μέναμε τα καλοκαίρια μαζί στη Δήλο ή στην Πάρο ή στη Μύκονο, όταν ταξιδεύαμε στο Αιγαίο με ένα πάκο έγγραφα για υπογραφή και 14 ζευγάρια σαγιονάρες, όταν χορεύαμε μπάλο στα πανηγύρια, όταν φτάνανε με δώρα για να τους υποδεχτούν φίλοι και γνωστοί σε κάθε νησί, όταν περιμέναμε ώρες στην αποβάθρα διαβάζοντας τα αποκόμματα των εφημερίδων που κουβαλούσαμε από νησί σε νησί, όταν ψαρεύαμε με την αποχή τη μαρίδα, όταν βουτούσαμε από το καΐκι του Αντώνη του Ασβεστά - που έφυγε και αυτός πριν από μερικούς μήνες-, όταν περπατούσαμε ώρες στη Ρήνεια, όταν κλεινόμασταν ως τα μεσάνυχτα στις υγρές αποθήκες των μουσείων, όταν τρώγαμε αχινούς στα βράχια, όταν ταξιδεύαμε κάτω από το φως του Απόλλωνα, η ζωή ήταν μια μαγεία και η αρχαιολογία το κλειδί αυτής της μαγείας. Δεν θα ξεχάσω τα δειλινά στη Δήλο, που κατεβαίναμε στο πηγάδι της Κλεοπάτρας να γεμίσουμε τα παγούρια μας. Τότε που δεν υπήρχε ρεύμα ακόμα και ο χώρος έμενε κλειστός τα απογεύματα για τους τουρίστες. Κάτω από τον έναστρο ουρανό, στο ελληνιστικό επιστύλιο του Δηλιανού σπιτιού, συζητούσαμε για τη ζωή, την αρχαιολογία, την πολιτική, τον άνθρωπο, τη γνώση. Η Φωτεινή χαιρόταν κάθε λεπτό της ζωής μέχρι την περασμένη Κυριακή που καθομασταν μαζί και μνημονευαμε τη μητέρα μου όταν της ανακοίνωσα ότι μόλις ειχε φύγει από τη ζωή μετα απο 16 χρόνια αλσχάιμερ και στεναχωρήθηκε πολύ.«Εγώ θα τη θυμάμαι, Αλέκα μου, 19 χρονών τη μαμά σου, όπως την γνώρισα», μου είπε για την αγαπημένη της Μαρία. Η Φωτεινή Ζαφειροπούλου λάτρευε τη ζωή, την αρχαιολογία, το «Νίκο της» και πάνω απ' όλα το «Φώς του Αιγαίου». Η Μαρία Αγγελετάκη χαιροταν την ζωή μεσα απο τα παιδιά και τα εγγόνια της που τους τραγουδούσε με την υπέροχη φωνή της ατέλιωτες ώρες γιατί η μουσική ήταν η μεγάλη της αγαπη.
Η μητέρα μου συντηρητική σαν ιδιοσυγκρασία και ντροπαλή, ήταν το στηριγμα μου σε όλη μου τη ζωή και δεν θα μπορουσα να φέρω εις πέρας τις σπουδές μου αν δεν με βοηθούσε με την οικογένεια μου και τις υποχρεώσεις μου. Η μητέρα μου μου έμαθε τι θα πει αφοσίωση. Η νονά μου ήταν για μένα ένα άλλο προτύπο ζωής σε όλες της τις δυναμικές της εκφάνσεις μιας γυναίκας μοντερνας που αντλούσε δύναμη απο την επιστήμη της. Η νονα μου μου δίδαξε τι θα πει αισιοδοξία. Καταφέραμε να εκδωσουμε μαζι το 2019 την ανασκαφή του Ζαφειρόπουλου στη Σελλάδα με την ευγενική χορηγία του Δήμου Σαντορίνης. Είχε χαρεί τόσο πολύ τότε. Και φέτος το καλοκαίρι υπέγραφε με μεγάλη χαρά στη Μύκονο την έκδοση της Μελισσας για τον Νικο Ζαφειρόπουλου συναντώντας φίλους από παλιά στη Μύκονο για μια τελευταία φορά! Μέσα απο την κοινή μας εμπειριά της αρχαιολογίας και μεγαλώνοντας σε αυτην την αυλη με τη Μαρια, το Νίκο τη Φωτεινή τον Ντίνο, έμαθα να ψηλαφώ το παρελθόν με σεβασμό και να χαίρομαι την απλή καθημερινότητα και τη σχέση με τους ανθρώπους. Πριν από χρόνια, ενώ γράφαμε το βιογραφικό της νονάς για κάποιο άρθρο, συνειδητοποίησα ότι σαν Έφορος Κυκλάδων, ήταν κάποια εποχή υπεύθυνη για 300 υπάλληλους, φύλακες, εργάτες, μονίμους και συμβασιούχους. Τους γνώριζε όλους έναν προς έναν, με τα προτερήματα και τις αδυναμίες τους. Όταν έφυγε ο νονος απο τη ζωή δεν ξαναήρθε η νονά στη Μύκονο, της ήταν δύσκολο μια και είχε παρει τότε σύνταξη.Πήγαινε όμως καθε καλοκαίρι στη Πάρο κια δούλευε με το υλικό της απο τις ανασκαφές μεχρι πέρισυ γιατι λατρευε το φως του Αιγαίου. Η μητέρα μου πήρε συνταξη το 2006 αλλα 2 χρίνια αργ΄τερα ειχε πια αλσχαιμερ και το μόνο που της έδινα χαρά ηταν τα τραγουδια που της τραγουδούσαμε ολοι! Τα τραγούδια που αγαπούσε. Τι να πρωτοθυμηθώ και τι να αφήσω από τις δύο αυτές ζωές; Πώς να περιγράψω την εντιμότητα, τον δυναμισμό, την δημιουργικότητά τους, το σεβασμό και τη συντροφικοτήτα που μοιραζόντουσαν, τη βαθια φιλία τους; Η μήτερα μου συνεπής και εργάτικη βοηθούσε και στήριζε ολους γύρω της, έφυγε ομώς το μυαλό της πολυ νωρίς και χαθηκε λίγο λιγο μέσα στην αρρώστια της. Η νονα μου παρέμεινε ζωντανή μεχρι την μέρα πριν αρρωστήσει που την είδα. Γιά μένα σημαντικές και οι δύο θα έιναι θησαυρός για παντα μέσα μου η αγαπη τους! Από έντεκα χρονών στους Δελφούς, όταν μου μίλαγε η νονά για τον Απόλλωνα και τις Μούσες, ως πέρυσι που τρώγαμε στο ταβερνάκι πάνω στο κύμα στον Αϊ-Γιώρη της Αντιπάρου, ήταν ευχαριστημένη για όσα είχε ζήσει και με ρώταγε για τη Μαρία η οποία εφευγε μέρα με τη μέρα και στεναχωριόταν αλλ΄θυμόταν τα παλιά και γω χανόμουν στις διηγήσεις της απο τις Κυκλάδες. Κάθε πρωί η αστείρευτη σε χαρά, νονά μου, άνοιγε τα μάτια της και μου έλεγε: «Αλεκάκι μου, τι ωραία που είναι η ζωή». Τα τραγουδια της μητέρας μου τα τραγουδάνε τώρα τα εγγόνια της κουβαλώντας την τόση αγάπη που τους έδωσε. Αυτα κρατάω και γω μέσα μου για να καλύψω το φυσικό κενό που αφήνει ο θάνατος στους ζωντανούς! Ετσι θα τις θυμάμαι οταν ταξιδεύω στο Αιγαιο σιγοτραγουδώντας μέσα μου τo "Είναι η ζωή μια θαλασσα"!

Friday, November 18, 2022

ΤΗΣ ΜΙΝΑΣ ΜΑΣ, 17.11.22 Το χαμογελο της ειχε παντα μια μικρη πονηρια στην ακρη του, ακομα και οταν ηταν σοβαρη και με κοιταζε στα ματια πεθαινα στα γελια. Καναμε πολλες σκατογιελιες μαζι, στο χωριο στα χωραφια στη θαλασσα…αχ εκεινη η θαλασσα ποσο την αγαπουσε, οσο ολοι μας. Υπηρχε μια εποχη που τα χειλια μας ηταν μονο μπλε γιατι δεν θελαμε ποτε να βγουμε απο αυτη τη θαλασσα. Χανομασταν στην αγκαλια της, ωρες, λεγαμε λεγαμε…τι δεν θα εδινα να ξαναθυμηθώ τα λογια τα αστεια τα πειραγματα αυτης της ξεγνοιαστης εποχης…μιας εποχης που η μονη μας έννοια ηταν το επομενο παιχνιδι το επομενο γελιο , η γαριδα, το χταποδακι, το καβουρακι που θα πιαναμε …το κατσικακι που θα κυνηγούσαμε, τα συκα τα μουρα τα σκαρφαλωματα! Ηταν ενα χρονο πιο μεγαλη απο μενα η Μινα, ενα λουλουδι στην αυλη μας, ποτε δεν τη θυμαμαι να κλαιει, ειχε μια απιστευτη δυναμη μεσα της, και παντα με παρηγορουσε και με προσέχε αφου ημουν πιο μικρη. Την ιδια δυναμη και το ιδιο κρυφο χαμογελο και χιουμορ ειχε παντα. Παντα γελουσαμε μαζι. Αφου μεγαλωσαμε λιγο …ξεκινησαμε αγγλικα μαζι, στο κο Μπριγκο…επεφτε πολυ γελιο γιατι ο κος Μ εχοντας ενα βιβλιο για ολα τα παιδια ελεγε και ξαναλεγε τις ιδιες ιστοριες για να μας διδαξει αγγλικα και τη ζωη, με στόμφο και αγγλικη προφορα! Μια εικονα υπαρχει μεσα μου ακομα,η Μινα και γω κατω απο το μπαλκονι του σπιτιου του δασκαλου των αγγλικων…να τα λεμε και να μην τελειωνουν τα μυστικα τα γελια…δεν μας εφτανε ποτε η ωρα, ποτε δεν εφτανε να τα πουμε και να τα μοιραστουμε ολα. Τοτε ειχαμε τοσα μαθηματα που αυτα τα πηγαινε ελα στα αγγλικα ηταν οι μονες ωρες που δεν μας ακουγε κανεις..ειμασταν εμεις και τα μυστικα μας τα κρυφα μας γελια και το μπαλκονι, που προσταττευε το μοιρασμα της παιδικοτητας μας και τα πρωτα κοριτσιστικα μας σκιρτηματα, χωρις να μας ακουει κανενας αλλος. Και ετσι μεγαλωσαμε…παντα υπηρχαν δουλειες και υποχρεωσεις αλλα παντα οταν συναντιοτανε τα βλεμματα μας ηταν σαν να συνεχιζαμε την συζητηση κατω απο το μπαλκονι του κου Μπριγκου για να πουμε το παρακατω αστειο, τα καινουριο επεισοδειο…τα γελια τη χαρα. Και στη νιοτη μας το ιδιο, η παρεα συνεχιζε να ειναι ενα παιχνιδι, με την εποχη των φλερτ, τις βολτες τα χορουδακια, τη μασκαρα…την ανταλλαγη μυστικων ποθων και ονειρων. Η Μινα ηταν ενας αγγελος που αγγιξε τη ζωη μας για λιγο αλλα μενει στη καρδια μας στην αιωνιοτητα γιατι ειχε μεσα της μονο αγαπη και φροντιδα, για τα δυο υπεροχα παιδια της που τα λατρευε και τα θαυμαζε, για τους γονεις της που τους νοιαστηκε ως την τελευταια τους ωρα, παντα εκει, παντα παρουσα να τρεχει για ολα ακουραστη, για τον Αλεκο τον μεγαλο αδελφο που δεν μπορω να θυμηθω ποτε τιποτα παραπανω απο μονο αγαπη και θαυμασμο προς εκεινον και τις υπεροχες τις ανιψιες της που της ειχε παντα ενοια, την νυφη της την Αδριανη που ηταν σαν αδελφες, την αγαπημενη της θεια και γειτονισσα τη Μαρια και τη βαφτιστηρα της τη Μινα. Ηταν στην ζωη ολων αυτων ενα μεγαλο στηριγμα η Μινα μας μια σταθερη ποιοτητα σοφιας, αγαπης και ξεγνοιασιας που δεν την βρισκεις ευκολα σε αυτη τη ζωη. Τι δεν θα εδινα για μια τελευταια αγκαλια κατω απο εκεινο το μπαλκονι, για ενα ακομα μυστικο για ενα χαμογελο, ευτυχως σου κρατησα το χερι της μεσα στο δικο μου το καλοκαιρι, στο γαμο του σογιου και ταπαμε για μια φορα ακομα! Καλο σου ταξιδι Μινακι μας εφυγες πολυ νωρις. ΣΤΗ ΨΑΡΡΟΥ ΜΑΖΙ

Sunday, September 11, 2016

Ο βραχος και η μανα!

Βρηκα ενα βραχο γεματο πεταλιδες, για να ακουμπησω τη ψυχουλα μου αυτο το μικρο καλοκαιρι των δυο εβδομαδων που περασα στο τοπο μου.
Ενα βραχο με λιγες πεταλιδες, να τις ακουμπησω και να ακουσω τον ηχο των κυματων να πεφτει πανω τους για να ηρεμησω αυτην την αγωνια και το πονο για αυτο το τοπο που χανουμε μερα με τη μερα. Ενα βραχο χωρις ομπρελες ξαπλωστρες νταμπα ντουμπα, ενα βραχο ηρεμο.
Τι κριμα, τους φιλους μου δεν τους ειδα γιατι διαλεγουν και αυτοι να κανουν το ιδιο, μενουν μακρια απο το νησι γιατι δεν το αντεχουν Ιουλιο, Αυγουστο. Και οσοι εμειναν δεν εχουν χρονο γιατι εμειναν για να δουλεψουν. Που εκεινη η ομορφια και η ησυχια του χειμωνα, που τα παιδικα χρονια με τα ψαρεματα στη Ψαρου τα βραδυα, με το δυχτι του θειου του Σταματη, τα αρματα της φαντασιας μας με τα αλογα που καλπαζανε διπλα διπλα με τον ξαδελφο το Σιμον και κεινα τα αστερια που μας ελουζαν.


Εχτες στην αποσπεριδα του Παναγιωτη και στις διηγησεις της γιαγιας του φιλου μου του Παυλου, μας επνιξε το κυμα της νοσταλγιας, διπλα μου η Ρενα που ηταν τοτε και αυτη στα παιχνιδια της αμμου της Ψαρους, διπλα στα κρινακια, παραδιπλα η Ναντια που γνωρισε σαν εφηβος μια αλλη Μυκονο κια την αγαπησε, ο Σταυρος, ο Θανασης, η Σοφια, ο Ζαν Σαρλ, η Ειρηνη, ολοι ακουγαμε τις αναμνησεις της γιαγιας και αναρωτιομαστε που πηγε ο τοπος μας, ποιοι τον πηραν, ποιοι τον σκοτωνουν μερα με τη μερα, ποιοι τον χαρισαν. Ναι θα πει καποιος..εσυ εφυγες ναι αλλα την Μυκονο ποτε δεν την αποχωριστηκα οπως ειπε και η γιαγια του Παυλου...ειναι μεσα μας, οι αναμνησεις μας ζουν με μας και περνανε στα παιδια και στα ανιψια. Καθε τοπος αλλαζει, το μονο καλο ειναι οτι το νησι παραμενει μανα και ουρανος για τοσους και τοσους που εχουν αναγκη για δουλεια, εχει θρεψει οικογενειες και οικογενειες και θα θρεψει και αλλους...παρολα το μαυρο χρημα που ξεπλενεται πανω της, παρολες τις πληγες στο τοπιο της...ζει και αναπνεει….και μας εμπνεει...γιατι και οι αναμνησεις και οι ιστοριες απο το παρελθον..ειναι εμπνευση...ειναι ο βραχος με τις πεταλιδες που μας εχει μεινει! Αυτος ο βραχος ο δικος μου, ηταν και ο βραχος της μανας μου, οταν καθε χειμωνιατικη λιακαδα τη περνουσε μαζευοντας πεταλιδες, ο ιδιος βραχος ηταν ο βραχος που απλωναμε τους αχινους με τα χαμογελαστα παιδια αργοτερα, να φαμε και να πιουμε..ο ιδιος βραχος μας και ο παφλασμος των κυματων ειναι που μας φερνει πισω, καθε φορα, σαν τους ναυτικους παλια, ξενιτεμενοι και μεις απο το τοπο μας...γυρναμε να τον ακουμπησουμε να μας δωσει τη δυναμη να συνεχισουμε οπως η μανα γη, οπως η αγκαλια της. Αχ αυτη η αγκαλια της μανας, που παρολο που δεν με αναγνωριζει πια....υπαρχει και την ανοιγει καθε φορα που με ξαναβλεπει!
Με τον πατερα στη Ψαρρου


Αγιος Χαραλαμπης


Μαρια και Αντρεας 1963
Βαφτισια στη Συρο 1968


Η Μαρια χορωδος στο Λυκειο της Συρου.


Ο Συρτος, Μυκονος 1997

Saturday, May 4, 2013

Εκεινα τα μεσημερια τα θυμαμαι ακομα, ειναι ενας θησαυρος μεσα στη καρδια μου. Θησαυρος και η αγαπη των θειων, τα γελια και τα παιχνιδια με τα ξαδελφια καθε καλοκαιρι κατω απο τον καυτο ηλιο του Αιγαιου διπλα στις καλαμιες και τη παλιο πηγαδι! Το γελιο του παππου Αλεκου γαργαρο ηχει καθε φορα που νιωθω τη ζεστη του ηλιου να με ακουμπαει, καθε φορα που πατω πανω στη ζεστη την αμμο και νιωθω τη θαλασσα στο σωμα μου. Αυτη η μικρη γωνια της γης που λεγεται Ψαρρου ηταν η γωνια της αγαπης. Ηταν η γωνια της γης που ο Αλεκος και η Μαρινα μαζευαν καθε χρονο τα παιδια και τα ' γγονια τους για να χαρουν την συντροφια τους, για να μιλησουν, να βρεθουν, να γελασουν, να αγκαλιαστουν πριν ειναι η ωρα να φυγουν για την Αθηνα. Τα μεσημερια ο παπους επεφτε στο μαγαλο εκεινο κρεββατι στο κατασπρο χωριουλακι και οπως κρεμοταν το χερι του στο πλαι..εκανε οτι ροχαλιζε. Εμεις πλησιαζμε σιγα σιγα και ακουμπαγαμε το μικρο μας χερι στη παλαμη του. Χαπ Χαπ μας εκανε και τρεχαμε να μην μας πιασει!
Ψαρου με το θειο το Μιχαλη στο κεντρο της χαρας























Τα σοιτια στη Ψαρου, του Μιχαλη αριστερα, του Σταματη στη μεση και του Αντρεα απο την αλλη!